Πληροφορίες Άρθρου

Web Content Viewer

Portlet Content
Ευεξία 18.10.2023 5 λεπτά

Τι είναι οι συγκρούσεις και πώς μπορούμε να τις διαχειριστούμε καλύτερα

Οι συγκρούσεις στο οικογενειακό μας περιβάλλον, στις συντροφικές σχέσεις και το εργασιακό περιβάλλον, έχουν αρνητικές αλλά και θετικές συνέπειες, όταν γνωρίζουμε πως να τις διαχειριστούμε. Ας τις κατανοήσουμε σε βάθος και ας κτίσουμε σχέσεις με αντοχή.

Οι άνθρωποι είμαστε κοινωνικά όντα. Ζούμε, αλληλεπιδρούμε και επικοινωνούμε με τους γύρω μας, ενώ οι πράξεις μας επηρεάζουν και επηρεάζονται από αυτούς. Οι σχέσεις μας με τους συνανθρώπους μας δεν χαρακτηρίζονται πάντα από ένα θετικό ή ήρεμο κλίμα, καθώς, όπως είναι φυσικό, μπορεί να προκύψουν συγκρούσεις. Μία σύγκρουση γεννά έντονα συναισθήματα και στις δυο πλευρές. Συνήθως, θεωρούμε ότι συνδέεται μόνο με θυμό, επιθετικότητα, στεναχώρια και αρνητικές συνέπειες. Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως, ότι μία σύγκρουση μπορεί να αποτελέσει και ευκαιρία για καλύτερη επικοινωνία και εξέλιξη.

Πως ορίζουμε μία σύγκρουση και τι συμβαίνει» όταν συγκρουόμαστε;

Η σύγκρουση αποτελεί μια «διαμάχη» μεταξύ φαινομενικά αντίθετων δυνάμεων, δηλαδή μεταξύ δύο ή περισσοτέρων ατόμων ή ομάδων που έχουν διαφορετικές θέσεις και απόψεις ή διαφορετικές ανάγκες και επιθυμίες. Για να δημιουργηθεί μια σύγκρουση πρέπει να υπάρχει μια σχέση και, επομένως, μια τριβή και διάδραση μεταξύ όσων εμπλέκονται σε αυτή. Για παράδειγμα, εάν σε έναν χώρο εργασίας ο καθένας μπορούσε να κάνει τη δουλειά του ανεξάρτητα από τους άλλους, δεν θα υπήρχε λόγος να δημιουργηθεί σύγκρουση. Ο ορισμός των συγκρούσεων περιλαμβάνει, λοιπόν, την αντιπαράθεση διαφορετικών απόψεων, συμφερόντων ή αναγκών μεταξύ ατόμων ή και ομάδων που αλληλεπιδρούν.

Τι συμβαίνει όμως σε μία σύγκρουση; Η σύγκρουση ξεκινά από μία διαφορά, αυξάνεται σε ένταση και έπειτα γίνεται διαμάχη. Αν αυτή η διαμάχη έχει χρονική διάρκεια και δεν επιλυθεί, τότε οδηγούμαστε σε σύγκρουση. Σε περίπτωση που δεν καταφέρουμε να αντιμετωπίσουμε τη σύγκρουση, η σχέση μας με το άλλο άτομο ή ομάδα μπορεί να φτάσει σε αδιέδοξο ή/και να διακοπεί. Συχνά μάλιστα, αυτός ο φόβος για το ενδεχόμενο αρνητικό αποτέλεσμα και η συσχέτιση της σύγκρουσης με τον καβγά ή ακόμη και με τη βία -σε πιο ακραίες περιπτώσεις- μας εμποδίζουν από το να εστιάσουμε στην ίδια τη σχέση και να προσπαθήσουμε να επιλύσουμε μια διαφορά.

Είδη συγκρούσεων

Οι συγκρούσεις προκύπτουν από διάφορες αιτίες, όπως προσωπικές διαφορές, πολιτισμικές διαφορές, πολιτικές αντιθέσεις ή για λόγους οικονομικής φύσεως. Ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους, υπάρχουν και διαφορετικές κατηγοριοποιήσεις. Μια κοινή κατηγοριοποίηση είναι η σύγκρουση μεταξύ ατόμων, ομάδων ή συλλόγων. Μία άλλη κατηγοριοποίηση εστιάζει στον τύπο των συγκρούσεων, αν είναι δηλαδή εσωτερική ή διαπροσωπική. Μία σύγκρουση μπορεί όμως να ανήκει ταυτόχρονα σε διαφορετικές κατηγορίες, όπως φαίνεται και στα παρακάτω παραδείγματα:

  • Εσωτερική σύγκρουση: αφορά τις συγκρούσεις ανάμεσα σε δύο δικές μας εσωτερικές «φωνές», π.χ. ο προβληματισμός μας σχετικά με την αναζήτηση και έναρξη εργασίας ή την επιθυμία έναρξης οικογένειας.
  • Διαπροσωπική σύγκρουση: αφορά τις συγκρούσεις ανάμεσα σε δύο διαφορετικά πρόσωπα, π.χ. η διαφωνία μεταξύ παιδιού-γονέα σχετικά με τη χρήση οθόνης, που βασίζεται στη διαφορά απόψεων μεταξύ των ορίων που θέτει ο γονέας και των επιθυμιών του παιδιού.
  • Κοινωνική σύγκρουση: αφορά τις συγκρούσεις μεταξύ των ρόλων μας στο κοινωνικό περιβάλλον. Για παράδειγμα, όταν το παιδί μας εκφράζει την ανάγκη να περνάμε παραπάνω χρόνο μαζί, κι εμείς έχουμε συγκεκριμένους χρονικούς περιορισμούς και προθεσμίες για την εργασία μας, μπορεί να συγκρούεται ο κοινωνικός μας ρόλος ως γονέας με τον ρόλο μας ως εργαζόμενος.

Θετικές και αρνητικές συνέπειες των συγκρούσεων

Όταν οι συγκρούσεις δεν αντιμετωπίζονται ως ένα μέσο επιβολής και εξουσίας ενός ατόμου σε ένα άλλο ή σε μία ομάδα, μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην προσωπική μας εξέλιξη αρχικά και κατ’ επέκταση στην εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας, ακόμα και των επιστημών. Συγκεκριμένα, οι συγκρούσεις μπορούν να μας βοηθήσουν:

  • Να γνωρίσουμε καλύτερα τον εαυτό μας και τους άλλους
  • Να βελτιώσουμε τις δεξιότητες επικοινωνίας μας
  • Να μειώσουμε την ένταση που μπορεί να έχουμε συσσωρεύσει  
  • Να ανακαλύψουμε τα όρια μας
  • Να σεβόμαστε τη διαφορετικότητα

Από την άλλη πλευρά, όμως, οι συγκρούσεις αν δεν επιλυθούν αποτελεσματικά, ενισχύουν τις διαφορές μας και δυσκολεύουν τον συμβιβασμό. Οι συνέπειές τους μπορεί να περιλαμβάνουν σωματικά και ψυχικά τραύματα, καθώς και οικονομικές και κοινωνικές απώλειες, τόσο σε ατομικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Μπορούν να οδηγήσουν σε διχόνοια, ακόμη και βία και καταστροφή. Επομένως, είναι πολύ σημαντικό να μάθουμε να τις διαχειριζόμαστε και να τις επιλύουμε.

Βασικές στρατηγικές διαχείρισης συγκρούσεων

Ανεξάρτητα από το είδος μίας σύγκρουσης και τον λόγο για τον οποίο δημιουργήθηκε, υπάρχουν κάποιοι βασικοί τρόποι διαχείρισής τους:

  • Κατανόηση και χαρτογράφηση του προβλήματος: Σκεφτόμαστε το πρόβλημα/θέμα, το οποίο μας οδηγεί στη σύγκρουση. Εστιάζουμε στο ζήτημα που έχει προκύψει και σε πιθανούς τρόπους επίλυσής του, π.χ. «πώς θα μπορούσαμε να μοιράσουμε τις δουλειές του σπιτιού, ώστε να μην δημιουργούνται αντιπαραθέσεις μέσα στην οικογένεια»
  • Σκεφτόμαστε ποιος εμπλέκεται: Εμπλεκόμενοι σε μία σύγκρουση δεν είναι μόνο όσοι επηρεάζονται άμεσα ή «συμμετέχουν» σε αυτήν. Εμπλέκονται επίσης και όσοι γίνονται μάρτυρες μίας σύγκρουσης ή απλώς την παρακολουθούν. Για παράδειγμα, σε μια σύγκρουση μεταξύ δύο συγγενών σε ένα οικογενειακό τραπέζι, εμπλεκόμενοι θεωρούνται και οι υπόλοιποι συγγενείς που παρευρίσκονται στο τραπέζι και μπορεί να μένουν αμέτοχοι. Είναι χρήσιμο, λοιπόν, να αναλογιστούμε όλους τους εμπλεκόμενους και στη συνέχεια να διαχωρίσουμε ποιοι επηρεάζονται άμεσα και ποιοι έμμεσα.
  • Σκεφτόμαστε τις ανάγκες και τις ανησυχίες της κάθε πλευράς: Αρχικά, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε και να κατανοήσουμε τις ανάγκες, τις ανησυχίες, τις επιθυμίες, κλπ. της κάθε πλευράς που εμπλέκεται στη σύγκρουση. Στη συνέχεια, προσπαθούμε να βρούμε μια λύση που να επιτρέπει την ικανοποίηση των αναγκών αυτών. Αυτό πολλές φορές είναι δύσκολο, καθώς η λύση που μπορεί να βρεθεί ενδέχεται να μην καλύπτει όλες τις πλευρές. Για παράδειγμα, η λύση για μια μητέρα που έρχεται σε σύγκρουση με το παιδί της επειδή ανησυχεί για την ασφάλειά του, μπορεί να είναι να ζητήσει από το παιδί της να της τηλεφωνεί όταν φτάνει σπίτι. Η λύση αυτή βασίζεται όμως κυρίως στην ανάγκη της μητέρας, και όχι όλων όσων εμπλέκονται σε αυτή τη σύγκρουση. Για αυτό και χρειάζεται να δούμε πώς μία λύση θα μπορούσε να καλύπτει τις ανάγκες και τις ανησυχίες όλων των πλευρών.
  • Επικοινωνούμε ανοιχτά και ακούμε ενεργητικά: Είμαστε ενεργοί ακροατές. Προσέχουμε τον άλλον, χωρίς να διακόπτουμε ή να κρίνουμε . Προσπαθούμε να κατανοήσουμε την δική του οπτική, καθώς και να αναγνωρίσουμε και να καταλάβουμε τα συναισθήματα και τις σκέψεις του.
  • Αναλαμβάνουμε το μερίδιο της ευθύνης που μας αναλογεί: Συνήθως, όταν συγκρουόμαστε, ένα μερίδιο της ευθύνη αναλογεί σε όλες τις πλευρές. Εμείς θα πρέπει να αναλάβουμε την ευθύνη που μας αναλογεί και που μπορεί να δημιούργησε ή να κλιμάκωσε τη σύγκρουση, δίνοντας έτσι το παράδειγμα και στην άλλη πλευρά, ώστε να αναλάβει τη δική της.
  • Συζητάμε και συμφωνούμε τι βήματα θα κάνει κάθε πλευρά στο μέλλον για να βελτιώσει τη συμπεριφορά που οδηγεί στη σύγκρουση: Είναι σημαντικό, και οι δύο πλευρές να δεσμευτούν  ότι σε περίπτωση που κάποιος υιοθετήσει ξανά τη μη επιθυμητή συμπεριφορά, θα το  επικοινωνούν άμεσα μεταξύ τους.

Ας δούμε πιο συγκεκριμένα ορισμένα είδη συγκρούσεων και πως μπορούμε να τα διαχειριστούμε καλύτερα, ακολουθώντας πάντα τις βασικές στρατηγικές διαχείρισης που περιγράφονται παραπάνω.

Οι συγκρούσεις στο οικογενειακό περιβάλλον (συγγενείς, γονείς-παιδιά)

Αν παρατηρήσουμε το σύστημα της οικογένειας, θα καταλάβουμε ότι και εκεί υπάρχουν μέλη με διαφορετικές ανάγκες, απόψεις, αντιλήψεις και προσωπικότητες. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι φυσικό λοιπόν να γεννιούνται και συγκρούσεις. Πώς όμως μπορούμε να τις διαχειριστούμε;

  • Επικοινωνούμε ανοικτά: Η αποτελεσματική επικοινωνία είναι το κλειδί για τη διαχείριση των συγκρούσεων και μέσα στην οικογένεια. Τα μέλη της οικογένειας θα πρέπει να ενθαρρύνονται να εκφράζουν τα συναισθήματα και τις ανησυχίες τους ανοιχτά και ειλικρινά, χωρίς να φοβούνται ότι θα κριθούν ή θα τιμωρηθούν. Για παράδειγμα, ένας έφηβος μπορεί να έχει διαφορετικές απόψεις με τους γονείς του σχετικά με το πώς διαχειρίζεται τον χρόνο του. Σε κάθε περίπτωση, είναι σημαντικό να ενθαρρύνουμε το παιδί μας να εκφράσει την ανάγκη του, χωρίς να επιβάλλουμε τη δική μας άποψη, προσπαθώντας από κοινού να βρούμε μία λύση που θα μας καλύπτει όλους.
  • Προσδιορίζουμε τη βασική αιτία της σύγκρουσης: Συχνά, οι συγκρούσεις στις οικογένειες δεν αφορούν πραγματικά το θέμα στο οποίο εστιάζει η σύγκρουση, αλλά είναι αποτέλεσμα βαθύτερων εντάσεων ή ζητημάτων που δεν έχουν επιλυθεί. Εντοπίζοντας την πραγματική αιτία της σύγκρουσης, μπορούμε να συνεργαστούμε για να την αντιμετωπίσουμε και να αποτρέψουμε μελλοντικές συγκρούσεις.
  • Βρίσκουμε κοινό έδαφος: Αναζητάμε κοινές αξίες ή στόχους, στους οποίους μπορούμε να συμφωνήσουμε με τα άλλα μέλη της οικογένειας, ακόμα κι αν διαφωνούμε σε άλλα θέματα. Εστιάζοντας σε αυτά που έχουμε κοινά, συνεργαζόμαστε ευκολότερα για να βρούμε μια λύση που να μας ικανοποιεί όλους.
  • Αποφεύγουμε την κατηγορία και την κριτική: Η κριτική κλιμακώνει τη σύγκρουση. Η λεκτική επίθεση και η επίρριψη ευθυνών μπορεί να προκαλέσει συναισθήματα θυμού και να «κλειδώσει» και τις δύο πλευρές, βλάπτοντας περαιτέρω τις σχέσεις. Συνεπώς, καλό είναι να επικεντρωνόμαστε στο επίμαχο ζήτημα και να συνεργαζόμαστε για να βρούμε μία λύση. Πχ. «Πάλι δεν έπλυνες το πιάτο σου. Πάντα έτσι κάνεις! Είσαι ακατάστατος και αναίσθητος και έτσι θα μείνεις μια ζωή». Αντ’ αυτού μπορούμε να κάνουμε την παρατήρηση πιο απλή και άμεση: «σε παρακαλώ, πλύνε το πιάτο σου και κάνε μια προσπάθεια να μην αφήνεις τα πράγματά σου ακατάστατα»
  • Εκφράζουμε τα συναισθήματά μας: Αναγνωρίζουμε τα συναισθήματά που μας προκαλεί η συμπεριφορά και τα λόγια του άλλου σε μία σύγκρουση και μιλάμε γι’ αυτά , π.χ. «Αυτό που μου είπες με πληγώνει και με απογοητεύει». Μπορούμε, επίσης, να εστιάσουμε στο τι περιμέναμε από την άλλη πλευρά, π.χ. «Μπορούμε να διαφωνούμε, αλλά θα ήθελα να μου μιλάς με σεβασμό».
  • Κάνουμε ένα «διάλειμμα»: Μερικές φορές, ένα διάλειμμα από τη σύγκρουση μπορεί να βοηθήσει στην επίλυσή της. Αφιερώνουμε λίγο χρόνο για να ηρεμήσουμε και να σκεφτούμε την κατάσταση πριν επιστρέψουμε στη συζήτηση. Αυτό μπορεί να μας αποφορτίσει συναισθηματικά και να μας επιτρέψει να προσεγγίσουμε τη σύγκρουση με πιο ήρεμο και ανοιχτό τρόπο.
  • Προλαμβάνουμε μια μελλοντική σύγκρουση: Συζητάμε πώς μπορούμε να βρούμε τρόπους για να διαφωνούμε πιο λειτουργικά και πού χρειάζεται να σταματάμε, αν αισθανόμαστε ότι αρχίζει η διαφωνία να οδηγείται σε διαμάχη ή σύγκρουση. Η διαδικασία δεν είναι απλή. Χρειάζεται εξάσκηση, κίνητρο και αυτοπαρατήρηση από όλες τις πλευρές, αλλά αξίζει να προσπαθήσουμε!

Η διαχείριση των συγκρούσεων στις συντροφικές σχέσεις

Όπως όλες οι συγκρούσεις, έτσι και αυτές στις συντροφικές σχέσεις μπορεί να οφείλονται σε διάφορους λόγους, όπως διαφορές στον τρόπο επικοινωνίας (π.χ. φωνάζουμε για να επικοινωνήσουμε την ανάγκη μας), ανεκπλήρωτες προσδοκίες, φθορά σε μία συντροφική σχέση, αυξημένες απαιτήσεις της καθημερινότητας, ειδικά αν πέρα από σύντροφοι είμαστε και γονείς, άνιση κατανομή των ευθυνών και των ρόλων, οικονομικά θέματα, κ.α.. Σε μία σχέση όμως, που νιώθουμε ασφάλεια, η σύγκρουση, όταν έχει τη μορφή της διαφοράς απόψεων και της διαφωνίας, αποτελεί μεταξύ άλλων και μέρος αυτής της σχέσης, ίσως και αναπόφευκτο κάποιες φορές. Για αυτό και είναι σημαντικό, να γίνεται με τρόπο που εξελίσσει τη σχέση μας με τον/τη σύντροφό μας και δεν μας οδηγεί σε ρήξη. Πώς μπορεί να γίνει αυτό;

  • Επικοινωνούμε ανοιχτά: Συζητάμε με ειλικρίνεια, εκφράζοντας τις ανάγκες, τις ανησυχίες και τις προσδοκίες μας. Ακούμε ενεργητικά τον/τη σύντροφό μας και μιλάμε για τα συναισθήματά μας.
  • Προσέχουμε τη μη λεκτική επικοινωνία, όπως τις εκφράσεις του προσώπου, τις χειρονομίες, τη στάση σώματος και τον τόνο της φωνής. Οι μη λεκτικές συμπεριφορές μπορούν συχνά να μας δώσουν πολύ σημαντικές πληροφορίες για το συναίσθημα και την πρόθεση της άλλης πλευράς.
  • Αναγνωρίζουμε και διαχειριζόμαστε τα συναισθήματά μας. Μία από τις πιο σημαντικές δεξιότητες για τη διαχείριση των συγκρούσεων στα ζευγάρια είναι η ρύθμιση των συναισθημάτων μας. Για παράδειγμα, αν ο/η σύντροφός μας πει κάτι το οποίο μας στενοχωρεί, και εμείς εκφράσουμε θυμό απέναντί του, τότε δεν έχουμε κάνει ορθή ρύθμιση του συναισθήματός μας. Ας πάρουμε λίγο χρόνο, εάν αυτό είναι εφικτό, και ας εκφράσουμε αυτό που πραγματικά αισθανόμαστε και επιθυμούμε. Πχ. Αντί να επιτεθούμε «Γιατί το είπες αυτό; Καταλαβαίνεις πώς με κάνεις να νιώθω;», ας δοκιμάσουμε να πούμε: «Αυτό που είπες με στενοχώρησε πολύ. Θέλω να με εκτιμάς πιο πολύ και να μου το δείχνεις»
  • Συνεργαζόμαστε για να επιλύσουμε συγκρούσεις και να αποφύγουμε τις διαφωνίες στο μέλλον. Για να συνεργαστούμε στην επίλυση της σύγκρουσης χρειάζεται αρχικά να εντοπίσουμε την βασική αιτία της, και να συζητήσουμε πιθανές λύσεις που καλύπτουν και τις δύο πλευρές, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω. Επιπλέον, μπορούμε να συζητήσουμε για τρόπους «πρόληψης» και αντιμετώπισης μιας μελλοντικής σύγκρουσης, π.χ. «Όταν νιώθω ότι εκνευρίζομαι έντονα, θα κάνω το σήμα του time out, όπως ο διαιτητής στο μπάσκετ και θα κάνουμε παύση.»
  • Αν δεν καταφέρουμε να επιλύσουμε μόνοι μας τη σύγκρουση και διαιωνίζεται, μπορούμε να αναζητήσουμε επαγγελματική βοήθεια. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να είναι χρήσιμο να ζητήσουμε τη βοήθεια ενός ψυχολόγου- θεραπευτή ή ενός συμβούλου σχέσεων.

Η διαχείριση των συγκρούσεων στο εργασιακό περιβάλλον

Η σύγκρουση στον χώρο εργασίας μπορεί να έχει πολλές μορφές. Μπορεί, για παράδειγμα, να είναι μια διαφωνία μεταξύ δύο ατόμων, μια διαφορά απόψεων μεταξύ ομάδων ή τμημάτων ή μια σύγκρουση προσωπικοτήτων. Οι συγκρούσεις στον χώρο εργασίας προκύπτουν κυρίως από τα εξής:

  • Αυξημένος φόρτος εργασίας, ειδικά αν συνδυάζεται με στενές χρονικές προθεσμίες
  • Ανασφάλεια για τη θέση εργασία μας, ή γενικότερα για τον ρόλο που έχουμε αναλάβει
  • Έλλειψη ικανοποίησης από την εργασία μας
  • Ασαφείς αρμοδιότητες των εργαζομένων και σύγχυση ρόλων
  • Απουσία πολιτικών και σχετικών διαδικασιών και πρωτοκόλλων
  • Η δομή του οργανισμού και έλλειψη οργανωσιακής κουλτούρας

Μεγάλη σημασία επίσης στις συγκρούσεις στον χώρο εργασίας παίζει η θέση που έχουμε στην ιεραρχία. Αυτό συμβαίνει, καθώς άλλες συνέπειες μπορεί να υπάρχουν εάν συγκρουστούν άτομα από διαφορετική βαθμίδα και άλλες όταν συγκρουστούν άτομα από την ίδια βαθμίδα.

Ποιες στρατηγικές μπορούν να μας βοηθήσουν να επιλύουμε τις συγκρούσεις στο εργασιακό μας περιβάλλον;

  • Αναγνωρίζουμε και αναλύουμε τη σύγκρουση: Τα πρώτα βήματα στη διαχείριση μιας σύγκρουσης, όπως είδαμε και παραπάνω, είναι η αναγνώριση της ύπαρξής της και η ανάλυση των αιτιών που την προκάλεσαν. Συνεπώς, καταγράφουμε τα προβλήματα, τα αντικρουόμενα συμφέροντα και αξιολογούμε τις επιπτώσεις τους στο εργασιακό περιβάλλον. Σε αυτό το σημείο, χρειάζεται να διαχωρίσουμε και αν η αιτία της σύγκρουσης σχετίζεται με ατομικούς παράγοντες, π.χ. διαφορετικές αξίες των εργαζομένων, ή με οργανωσιακούς παράγοντες, όπως η κατανομή των αρμοδιοτήτων ή ο αυξημένος φόρτος εργασίας.
  • Επικοινωνούμε ανοικτά: Οι εμπλεκόμενοι πρέπει να έχουν τη δυνατότητα στον χώρο εργασίας τους να εκφράσουν τις απόψεις, τις ανησυχίες και τα συναισθήματά τους με ανοικτό τρόπο. Για παράδειγμα, δύο συνάδελφοι που διαφωνούν σχετικά με την κατανομή των εργασιακών ευθυνών, προκειμένου να  επιλύσουν τη σύγκρουσή τους, μπορούν να συζητήσουν, να συμφωνήσουν και εν συνεχεία να καταγράψουν αναλυτικά τις αρμοδιότητες που θα έχει καθένας.
  • Συνεργαζόμαστε και διαπραγματευόμαστε: Η συνεργασία και η διαπραγμάτευση είναι κλειδιά για την επίλυση των συγκρούσεων. Για παράδειγμα, μια ομάδα εργαζομένων που έρχεται αντιμέτωπη συχνά με συγκρούσεις μπορεί να προγραμματίσει συχνές συναντήσεις προκειμένου να συζητά τα προβλήματα και να αναζητά κοινές λύσεις.
  • Αναζητούμε διαμεσολαβητή: Σε περιπτώσεις πιο πολύπλοκων συγκρούσεων, η διαμεσολάβηση μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμη. Ένας ανεξάρτητος τρίτος, ο μεσολαβητής (π.χ., υπεύθυνος ομάδας, υπεύθυνος προσωπικού) μπορεί να βοηθήσει τα εμπλεκόμενα μέλη να επικοινωνήσουν και να βρουν αμοιβαία αποδεκτές λύσεις.
  • Προωθούμε μία κουλτούρα σεβασμού, ιδιαίτερα αν βρισκόμαστε σε ανώτερες ιεραρχικά βαθμίδες: Ένα περιβάλλον όπου οι εργαζόμενοι ενθαρρύνονται να σεβαστούν τις απόψεις και τις εμπειρίες των συναδέλφων δημιουργεί μία κουλτούρα αποδοχής και συμπερίληψης, μειώνοντας το ενδεχόμενο της σύγκρουσης.
  • Εκπαιδευόμαστε στη διαχείριση των συγκρούσεων: Η εκπαίδευση και η ενημέρωση των μελών του εργατικού δυναμικού σχετικά με τη διαχείριση των συγκρούσεων είναι απαραίτητες. Η απόκτηση δεξιοτήτων, όπως η επικοινωνία, η αντιμετώπιση των συγκρούσεων και η διαπραγμάτευση, ενισχύει την ικανότητα των ατόμων να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τις συγκρούσεις.

Στις ανθρώπινες σχέσεις οι συγκρούσεις δύσκολα μπορούν να αποφευχθούν∙ περισσότερο θα λέγαμε ότι αποτελούν κομμάτι των σχέσεων και των αλληλοεπιδράσεών μας με τους γύρω μας. Όση περισσότερη οικειότητα νιώθουμε με κάποιον, τόσο πιο πιθανό είναι και να συγκρουστούμε. Πολλοί από εμάς βέβαια, φοβόμαστε τη σύγκρουση, κυρίως για τα δυσάρεστα συναισθήματα που θα επιφέρει, αλλά και από φόβο για πιθανή λήξη μίας σχέσης. Απουσία συγκρούσεων, ωστόσο, δεν σημαίνει και πιο λειτουργική σχέση. Μέσα από τις συγκρούσεις δοκιμάζονται τα όριά μας, οι σκέψεις μας και τα συναισθήματά μας∙ μαθαίνουμε να ακούμε τις ανάγκες των ανθρώπων γύρω μας και βρίσκουμε κοινούς τρόπους να επικοινωνούμε. Μία σύγκρουση μπορεί να εξελίξει μία σχέση, να δημιουργήσει νέες ισορροπίες και ψυχικά αποθέματα και να φέρει σημαντικές κοινωνικές αλλαγές. Συνεπώς, το ζήτημα δεν είναι να τις αποφεύγουμε, αλλά να φροντίζουμε, όταν προκύπτουν, να είναι εποικοδομητικές. Όταν καταφέρνουμε να μοιραστούμε ανοιχτά τις ανάγκες, τις απόψεις, τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας, η σύγκρουση λειτουργεί ως μία ευκαιρία επικοινωνίας, επίλυσης προβλημάτων και λήψης αποφάσεων.

Την ανάπτυξη του παρόντος κειμένου ανέλαβε η ομάδα Ψυχολόγων του Ινστιτούτου Prolepsis, Φωτεινή Νούλα, Μαρία Μήτσα, Θεοδώρα Γεωργακοπούλου και  Ντίνα Ζώτα υπό την εποπτεία της Δρ. Αφροδίτης Βελουδάκη, Ειδικού σε θέματα επικοινωνίας της υγείας και Γενικής Διευθύντριας του Ινστιτούτου Prolepsis.

Για τη δημιουργία του παρόντος αξιοποιήθηκαν περισσότερες από 20 επιστημονικές πηγές οι σημαντικότερες εκ των οποίων είναι APA (https://www.apa.org), Types of Conflict (https://typesofconflict.org/), Harvard University (https://www.pon.harvard.edu), Raising Children Network (https://raisingchildren.net.au/), Child Mind Institute (https://childmind.org/), Beyond Blue (https://healthyfamilies.beyondblue.org.au/), Very Well Mind (https://www.verywellmind.com/), Better Health (https://www.betterhealth.vic.gov.au/),  Psychology Today (www.psychologytoday.com) και άλλα Επιστημονικά Περιοδικά Ψυχολογίας.

Web Content Viewer

Portlet Content

Από το blog μας

Web Content Viewer

Portlet Content
Complementary Content
${loading}