Πληροφορίες Άρθρου

Web Content Viewer

Portlet Content
Παιδί 02.08.2023 5 λεπτά

Η προσαρμογή του παιδιού και της οικογένειας στη σχολική ζωή: αντιμετώπιση δυσκολιών και ενίσχυση συνεργασίας γονέων-εκπαιδευτικών

Το σχολείο είναι ο χώρος όπου τα παιδιά περνούν μεγάλο μέρος της καθημερινότητάς τους και συνιστά ένα περιβάλλον που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο τόσο στη γνωστική τους ανάπτυξη, όσο και στην ψυχοσυναισθηματική και κοινωνική τους εξέλιξη.

Το σχολείο είναι ο χώρος όπου τα παιδιά περνούν μεγάλο μέρος της καθημερινότητάς τους και συνιστά ένα περιβάλλον που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο τόσο στη γνωστική τους ανάπτυξη, όσο και στην ψυχοσυναισθηματική και κοινωνική τους εξέλιξη. Στο χώρο του σχολείου το παιδί αποκτά ένα νέο ρόλο, αυτόν του μαθητή, ο οποίος συνοδεύεται από δικαιώματα και υποχρεώσεις. Το κλειστό οικογενειακό σύστημα ανοίγει και το παιδί χρειάζεται να μάθει να σέβεται κανόνες και να συνυπάρχει με άλλα παιδιά. Ως εκ τούτου, το παιδί, έρχεται αντιμέτωπο με αλλαγές στις συνήθειες του, στις οποίες χρειάζεται να προσαρμόζεται καθημερινά, κάτι το οποίο αποτελεί πρόκληση για όλη την οικογένεια.

Προσαρμογή του παιδιού και της οικογένειας στη σχολική ζωή

Οι αλλαγές, είτε θετικές είτε αρνητικές, αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας. Τα παιδιά, λόγω της μεταπήδησης από το ένα αναπτυξιακό στάδιο στο άλλο και μεγαλώνοντας σε μια κοινωνία που εξελίσσεται ταχύτατα βιώνουν πιο έντονα τις αλλαγές αυτές. Παραδείγματα αλλαγών που καλούνται να αντιμετωπίσουν τα παιδιά είναι η «πρώτη μέρα στο σχολείο», η έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς, η μετάβαση σε άλλη εκπαιδευτική βαθμίδα, η αλλαγή εκπαιδευτικών αλλά και συμμαθητών/παρέας. Η προσωπικότητα του παιδιού παίζει σημαντικό ρόλο στην προσαρμογή του σε αλλαγές και νέα περιβάλλοντα. Έτσι, το κάθε παιδί, αναλόγως της προσωπικότητάς του, αντιδρά με διαφορετικό τρόπο και προσαρμόζεται με διαφορετικό ρυθμό στα γεγονότα που καλείται να αντιμετωπίσει κατά τη διάρκεια της σχολικής του ημέρας. Έρευνες διαπιστώνουν ότι μέχρι και το 80% των παιδιών παρουσιάζουν δυσκολίες προσαρμογής κατά τον πρώτο μήνα φοίτησης στο σχολείο. Η ρουτίνα και η σταθερότητα δημιουργούν αισθήματα ασφάλειας και εμπιστοσύνης στα παιδιά, ενώ σε περίπτωση αλλαγών, οι συνήθεις αντιδράσεις είναι οι ακόλουθες: Ανασφάλεια, Αβεβαιότητα, Άγχος, Θυμός, Λύπη, Νευρικότητα, Σωματικά συμπτώματα, Ξαφνικές αλλαγές στη διάθεση, Φόβος.

Ως γονείς χρειάζεται να κατανοήσουμε ότι κάθε παιδί είναι μοναδικό. Αντιδρά και συμπεριφέρεται σε κάθε αλλαγή με διαφορετικό τρόπο, ανάλογο της ηλικίας του, της εξελικτικής του φάσης και της ιδιοσυγκρασίας του. Συνήθως οι παραπάνω αντιδράσεις αρχίζουν και μειώνονται σταδιακά καθώς το παιδί κατορθώνει να προσαρμοστεί στις καινούργιες συνθήκες. Ως προσαρμογή ορίζεται η διαδικασία κατά την οποία, το άτομο προσπαθεί να διαμορφώσει την συμπεριφορά του, ώστε να αναπτύξει την καλύτερη δυνατή σχέση με το καινούργιο περιβάλλον, τις συνθήκες και τους ανθρώπους.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι κάποια παιδιά προσαρμόζονται πιο εύκολα ενώ άλλα νιώθουν να δυσκολεύονται με την αλλαγή. Ο ρυθμός προσαρμοστικότητας βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη διάθεση και την ικανότητα των γονιών να βοηθήσουν τα παιδιά τους πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την αλλαγή που συντελείται.

Επίσης, σχετίζεται και με τον αριθμό των παιδιών σε μια οικογένεια. Ένα παιδί που είναι το μοναδικό παιδί της οικογένειας μπορεί να έχει διαφορετική προσαρμογή στο σχολείο από ένα παιδί που έχει αδέρφια. Το παιδί που δεν έχει αδέρφια, μπορεί να έχει μεγαλύτερη δυσκολία να προσαρμοστεί στον κοινωνικό χώρο του σχολείου, καθώς είναι πιθανό να μην έχει ζήσει παρόμοιες κοινωνικές διαδικασίες και να μην έχει αναπτύξει τις κοινωνικές δεξιότητες που απαιτούνται για την επικοινωνία με άλλα παιδιά συγκριτικά με ένα παιδί που έχει αδέλφια. Η προσαρμογή των παιδιών στο σχολείο εξαρτάται, επιπλέον, και από τη σειρά γέννησης των παιδιών. Για παράδειγμα, τα πρωτότοκα παιδιά τείνουν να δέχονται περισσότερη προσοχή από τους γονείς τους, κάτι που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στις ικανότητές τους. Από την άλλη πλευρά, τα παιδιά που γεννιούνται αργότερα μπορεί να χρειαστεί να εργαστούν πιο σκληρά διότι θεωρούν ότι με αυτό τον τρόπο θα «τραβήξουν» την προσοχή των γονέων τους και έτσι να αναπτύξουν καλύτερες κοινωνικές δεξιότητες και προσαρμοστικότητα.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ο αριθμός των παιδιών και η σειρά γέννησης ως παράγοντες δεν ισχύουν για κάθε οικογένεια. Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, όπως η κοινωνικοοικονομική κατάσταση, οι ατομικές διαφορές των παιδιών και κυρίως οι μέθοδοι ανατροφής που παίζουν εξίσου σπουδαίο ρόλο στην προσαρμοστικότητα των παιδιών. Αρωγός της καλύτερης προσαρμογής του παιδιού στη σχολική ζωή είναι η κοινωνικοποίηση των παιδιών πριν το νηπιαγωγείο το οποίο είναι σημαντικό βήμα για την ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων. Συγκεκριμένα, μπορούμε ως γονείς να συναναστρεφόμαστε με άλλους γονείς ή/και να συμμετέχουμε σε ομάδες γονέων στην τοπική κοινότητά μας και με αυτόν τον τρόπο να βοηθήσουμε το παιδί να συναντιέται με άλλα παιδιά, να αναπτύσσει φιλίες και να μαθαίνει να συνεργάζεται, δεξιότητες που είναι χρήσιμες για την σχολική ζωή. Επιπλέον, από νωρίς χρειάζεται να παρατηρούμε και να δίνουμε προσοχή στο παιδί, ώστε να αναγνωρίζουμε τα ταλέντα και τα ενδιαφέροντα του και να τα αποδεχόμαστε, με στόχο να ενισχύουμε την αυτοεκτίμηση του αλλά και να το βοηθούμε να τα εξελίξει.

Τρόποι ενίσχυσης της προσαρμοστικότητας των παιδιών & των εφήβων στο σχολείο

1. Ψυχολογική προετοιμασία γονέα

  • Εμπνέουμε αίσθημα σταθερότητας και ασφάλειας στο παιδί, ειδικά σε μεταβατικές περιόδους π.χ., μετάβαση από τον Παιδικό σταθμό στο Νηπιαγωγείο, από το Νηπιαγωγείο στο Δημοτικό και από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο ή σε έκτακτες περιπτώσεις ή ειδικές περιστάσεις (πανδημία, θάνατος αγαπημένου προσώπου ή κατοικίδιου).
  • Καταπολεμούμε τους δικούς μας φόβους και ανησυχίες. Ως γονείς, είμαστε πρότυπο για τα παιδιά μας. Είναι σημαντικό λοιπόν, να αναγνωρίζουμε τις δικές μας φοβίες π.χ., «Φοβάμαι γιατί βλέπω πόσο δυσκολεύεται να πειθαρχήσει», «Είναι σαν εμένα αγχώδες, πώς θα ανταπεξέλθει» και να σκεφτούμε κατά πόσο αυτές έχουν πράγματι να κάνουν με το παιδί ή με τα δικά μας βιώματα, τους δικούς μας γονείς, τα δικά μας προβλήματα στο σχολείο. Μια τέτοια ανασκόπηση μπορεί να μας βοηθήσει να τις ελέγξουμε και να μην τις προβάλουμε στο παιδί.
  • Σεβόμαστε την μοναδικότητα του παιδιού και τον τρόπο που αντιδρά στην αλλαγή. Για μερικά παιδιά η προσαρμογή έρχεται εύκολα, ενώ για άλλα απαιτείται μεγαλύτερη προσπάθεια, ιδιαίτερα σε περιόδους σημαντικών αλλαγών, που είναι συνυφασμένες με αισθήματα άγχους, θυμού, απογοήτευσης, ή με παλινδρομήσεις (υιοθέτηση συμπεριφορών που ταιριάζουν σε προηγούμενο αναπτυξιακό στάδιο του παιδιού π.χ. το παιδί έχει μάθει να ελέγχει την ούρηση του, ξαφνικά παλινδρομεί σε προηγούμενο αναπτυξιακό στάδιο και αδυνατεί να συγκρατηθεί).
  • Ιεραρχούμε τις αλλαγές που βιώνουμε ως οικογένεια. Παράλληλα με τις αλλαγές που αφορούν το παιδί και το σχολείο, μπορεί να συμβαίνουν και άλλες π.χ., έναρξη εφηβείας, μετακόμιση, απώλεια στο οικογενειακό περιβάλλον ή ερχομός ενός νέου παιδιού. Είναι σημαντικό να δούμε ποια από όλες θα θέσουμε σε προτεραιότητα και να σκεφτούμε ότι η δική μας ιεράρχηση αλλαγών μπορεί να είναι διαφορετική από εκείνη του παιδιού.

2. Ψυχολογική προετοιμασία του παιδιού

  • Προετοιμάζουμε το παιδί για τις καινούργιες συνθήκες πριν συμβεί η αλλαγή. Συζητάμε και εξηγούμε στο παιδί μας τι θα συναντήσει π.χ., όταν πάει σε ένα καινούριο σχολείο ή όταν αλλάξει εκπαιδευτική βαθμίδα.
  • Επιβραβεύουμε τη συμπεριφορά του παιδιού, όταν κάνει μια θετική πράξη σχετική με την προσαρμογή του. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι σε κάθε ηλικία, κάθε πράξη, όσο μικρή και αν είναι, είναι αξιόλογη π.χ., για ένα παιδί Α’ Δημοτικού το να φτιάξει την τσάντα ή να τακτοποιήσει τα παιχνίδια του, για έναν έφηβο το να διαβάσει για ένα διαγώνισμα με δική του πρωτοβουλία αντί να καθίσει για παιχνίδι στον υπολογιστή.
  • Διαβεβαιώνουμε το παιδί ότι θα είμαστε παρόντες και διαθέσιμοι. Χρειάζεται να είμαστε ανοιχτοί στο να ακούσουμε τις αγωνίες του και να λύσουμε τις απορίες του.
  • Συζητάμε καθημερινά για τις εμπειρίες του στο σχολείο αλλά και σε άλλες δραστηριότητες και ακούμε τα παράπονα που μπορεί να έχει. Είναι σημαντικό κατά τη διάρκεια της συζήτησης να δείχνουμε εμπιστοσύνη στην κρίση του και να αξιολογούμε αντικειμενικά όσα μας λέει το παιδί, έτσι ώστε στην συνέχεια να αναζητήσουμε από κοινού μια λύση.
  • Είμαστε ειλικρινείς. Αποφεύγουμε να παρουσιάσουμε τις συνθήκες ωραιοποιημένες για να μην προκληθεί απογοήτευση στο παιδί όταν αντιμετωπίσει τη πραγματικότητα.
  • Δεν επικρίνουμε τα συναισθήματα του παιδιού όταν βιώνει μια αλλαγή. Αναγνωρίζουμε την αγωνία του και του επιτρέπουμε να έχει τις δικές του σκέψεις και τα δικά του άγχη. Όλα τα συναισθήματα είναι φυσιολογικά και είναι σημαντικό να πούμε στο παιδί ότι είναι εντάξει να αισθάνεται όπως αισθάνεται.
  • Συζητάμε για τις αλλαγές που μπορούμε να κάνουμε ως οικογένεια, αλλά και τις αλλαγές που μπορεί να κάνει το παιδί, οι οποίες θα ικανοποιούν τα ενδιαφέροντα του και θα σχετίζονται με τους στόχους που το ίδιο θέλει να επιτύχει.
  • Μοιραζόμαστε με το παιδί τις δικές μας εμπειρίες από το σχολείο ή από όταν ήμασταν στην ηλικία του. Δεν διστάζουμε να ομολογήσουμε π.χ., ότι την πρώτη ημέρα στο σχολείο είχαμε και εμείς άγχος και φόβο για το καινούργιο, συναισθήματα που είναι φυσιολογικά.
  • Θέτουμε και διατηρούμε όρια και πρόγραμμα στην οικογένεια σε περιόδους αλλαγής. Η οικογενειακή ρουτίνα θα γίνει σημείο αναφοράς και ασφάλειας για το παιδί. Αν μέχρι τώρα δεν υπήρχε, με την έναρξη του σχολείου χρειάζεται να μπει ένα πρόγραμμα για τα παιδιά και στο σπίτι. Το πρωινό ξύπνημα, το διάβασμα, οι ώρες παιχνιδιού, τηλεόρασης-υπολογιστή και οπωσδήποτε ο ύπνος, πρέπει να τηρούνται με αρκετή συνέπεια και αν χρειαστεί, αυστηρότητα. Παρατηρούμε τους ρυθμούς του παιδιού και καθορίζουμε πόση ώρα πρέπει να αφιερώνει στη μελέτη. Από την άλλη μεριά, σε ένα παιδί που βρίσκεται στην εφηβεία δίνουμε το κίνητρο να προσαρμόσει μόνο του το πρόγραμμα του καθορίζοντας όμως συγκεκριμένες ώρες στην τηλεόραση και στον υπολογιστή την εβδομάδα.

Προβλήματα των παιδιών στο σχολείο και τρόποι αντιμετώπισης

Η δυσκολία προσαρμογής των παιδιών στο σχολείο αλλά και στις αλλαγές εν γένει, αν δεν προκαλεί σοβαρές ψυχολογικές και συμπεριφορικές επιπτώσεις στο παιδί, είναι κάτι φυσιολογικό που συμβαίνει συχνά.  Πιθανές μορφές έκφρασης των δυσκολιών προσαρμογής είναι η σχολική άρνηση και η αδιαφορία στα μαθήματα.

Σχολική άρνηση

Η σχολική άρνηση παρατηρείται όταν το παιδί αναστατώνεται σε υπερβολικό βαθμό στην ιδέα ότι θα πάει σχολείο και συχνά χάνει είτε μερικά είτε όλα τα μαθήματα. Αυτή η έντονη δυσαρέσκεια μένει για μεγάλο χρονικό διάστημα και δεν μειώνεται. Η σχολική άρνηση σημαίνει ότι το παιδί μπορεί να έχει άγχος αποχωρισμού ή να δυσκολεύεται να πάει σχολείο, με αποτέλεσμα να υπάρχει η πιθανότητα σχολικής διαρροής. Τα παιδιά που αρνούνται να πάνε στο σχολείο συνήθως μένουν όλη την ημέρα στο σπίτι εν γνώσει των γονέων τους, παρόλο που εκείνοι προσπαθούν σκληρά να τα πείσουν για το αντίθετο. Η σχολική άρνηση αποτελεί πρόβλημα για παιδιά και εφήβους, αλλά εμφανίζεται πιο συχνά σε παιδιά ηλικίας 5-6 ετών και 10-11 ετών.

Η σχολική άρνηση συχνά συνδέεται με άγχος αποχωρισμού, φοβία ή μαθησιακές δυσκολίες, εκφοβισμό ή κατάθλιψη ή/και ασυμφωνία γνωστικού επιπέδου και ενδιαφερόντων παιδιού και τάξης. Μπορεί να ξεκινήσει σταδιακά ή να εμφανιστεί ξαφνικά κυρίως μετά από:

  • Σύγκρουση με μέλος της οικογένειας ή συνομήλικο ή εκπαιδευτικό ή άλλο γονέα
  • Στρεσογόνο συμβάν στο σπίτι ή στο σχολείο π.χ., η μαμά αρρώστησε και πήγε στο νοσοκομείο, ένα τεστ/διαγώνισμα
  • Εκφοβισμό ή πείραγμα
  • Μετακόμιση
  • Προβλήματα με έναν εκπαιδευτικό
  • Χαμηλές ακαδημαϊκές επιδόσεις και φόβο κριτικής από εκπαιδευτικό ή γονείς
  • Χαμηλές επιδόσεις οι οποίες δεν αφορούν στα μαθήματα και δεν εκτιμώνται ή δεν είναι αναγνωρίσιμες/αποδεκτές π.χ., επιδόσεις χαρισματικών παιδιών που έχουν ικανότητες σε διαφορετικά αντικείμενα γνώσης.
  • Σύγκρουση πεποιθήσεων μεταξύ οικογένειας και σχολείου/εκπαιδευτικών σχετικά με την μάθηση και την γνώση

Για να αντιμετωπίσουμε τη σχολική άρνηση του παιδιού:

  • Συζητάμε με το παιδί και διερευνούμε τους λόγους για τους οποίους αρνείται να πάει στο σχολείο π.χ., λόγω διαγωνίσματος/τεστ, συμμαθητών, εκφοβισμού. Παράδειγμα ερώτησης: «Αν μπορούσες να αλλάξεις ένα πράγμα στο σχολείο, ποιο θα ήταν αυτό;». Αν το παιδί δεν απαντάει στις ερωτήσεις μας, μπορούμε να κάνουμε ένα κουίζ όπου θα βαθμολογεί μέρη της σχολικής καθημερινότητας π.χ., μαθήματα, εκπαιδευτικούς (ξεχωριστά), συμμαθητές.
  • Δείχνουμε κατανόηση σε αυτό που νιώθει το παιδί και το καθρεφτίζουμε «Βλέπω πως νιώθεις ανήσυχος/η όταν μιλάμε για το σχολείο».
  • Σκεφτόμαστε αν έχει συμβεί κάτι στο σπίτι, το οποίο να έχει οδηγήσει το παιδί σε σχολική άρνηση, π.χ., μετακόμιση, ερχομός ενός νέου παιδιού.
  • Αν το παιδί μείνει σπίτι:
  • κάνουμε το σπίτι «βαρετό», δηλαδή δεν αφήνουμε να δει τηλεόραση ή να παίξει με βιντεοπαιχνίδια.
  • ζητάμε να πάρει τα μαθήματα ή ενημερωνόμαστε μαζί για τα μαθήματα και μελετάει κανονικά
  • Ενημερώνουμε το παιδί ότι θα μιλήσουμε με τον εκπαιδευτικό του για να το βοηθήσουμε μαζί να πάει στο σχολείο (ιδιαίτερα αν το ζήτημα δεν είναι ο εκπαιδευτικός)
  • Συνεργαζόμαστε με το σχολείο, συναντάμε τους εκπαιδευτικούς και προσπαθούμε να εκτιμήσουμε επιπλέον των άλλων θεμάτων και την στάση τους απέναντι στο παιδί.
  • Σε περίπτωση έντονης σχολικής άρνησης, αναζητούμε τη βοήθεια ειδικού ψυχικής υγείας. Επίσης, συζητάμε με τον σύλλογο διδασκόντων και την διεύθυνση του σχολείου για πιθανή αλλαγή τμήματος και δράσεις που μπορούν να γίνουν για να βοηθήσουν στην καλύτερη προσαρμογή του στο νέο τμήμα. Σε περίπτωση που δεν λειτουργήσει κανένα από τα παραπάνω βήματα, μπορεί να χρειαστεί αλλαγή ακόμη και σχολείου.

Έλλειψη κινήτρου & Αδιαφορία για μαθήματα

Κάποιοι από τους λόγους για τους οποίους τα παιδιά μπορεί να αδιαφορούν για τα μαθήματα είναι οι μαθησιακές δυσκολίες (δυσλεξία, ΔΕΠ-Υ) ή οι συναισθηματικές δυσκολίες π.χ., έντονο άγχος επίδοσης ή πλήρης απουσία άγχους και ενδιαφέροντος σχετικά με την επίδοση, κατάθλιψη, φόβος αποτυχίας. Όποιο και αν είναι το πρόβλημα του παιδιού, είτε είναι ατομικό, είτε αφορά στις διαπροσωπικές σχέσεις π.χ., μια σύγκρουση, διαζύγιο γονέων, απώλεια, επικριτική στάση γονέων, είναι σημαντικό να διερευνήσουμε γιατί συμβαίνει και να σκεφτούμε πώς μπορούμε να δώσουμε κίνητρο στο παιδί.

  • Συζητάμε με τον εκπαιδευτικό σχετικά με τις προσδοκίες μας για τα μαθησιακά επιτεύγματα του παιδιού. Είναι βάσιμες ή δεν ανταποκρίνονται στο αναπτυξιακό στάδιο που βρίσκεται το παιδί; Μήπως έχει κάποια δυσκολία σε συγκεκριμένα μαθήματα ή σε συγκεκριμένες δεξιότητες π.χ., δυσκολία αποστήθισης αλλά εξαιρετικές επιδόσεις στα μαθηματικά;
  • Συνδυάζουμε αυτό που αρέσει στο παιδί με τα μαθήματα, προσπαθούμε να το κάνουμε διασκεδαστικό π.χ., αν στο παιδί αρέσουν τα βιντεοπαιχνίδια αναζητάμε βιντεοπαιχνίδια που να ενισχύουν τις ακαδημαϊκές επιδόσεις ή βλέπουμε σειρές και ταινίες και συζητάμε γύρω από αυτές για την ανάπτυξη κριτικής σκέψης. Επίσης, αν το παιδί δυσκολεύεται στην ορθογραφία, μπορούμε να ακούμε μαζί τα αγαπημένα του τραγούδια και να το παροτρύνουμε να γράψει κάποιους από τους στίχους.
  • Διερευνούμε αν το παιδί αντιμετωπίζει κάποια μαθησιακή δυσκολία. Σε περίπτωση που διακρίνουμε ότι το παιδί έχει κάποια δυσκολία ή μας ενημερώσει ο εκπαιδευτικός σχετικά, μπορούμε να αναζητήσουμε τη βοήθεια ειδικού είτε απευθυνόμενοι στα ΚΕΔΑΣΥ (Κέντρα Διεπιστημονικής Αξιολόγησης, Συμβουλευτικής και Υποστήριξης) είτε στα δημόσια ιατροπαιδαγωγικά κέντρα, είτε σε κάποιον ιδιώτη. Η αξιολόγηση που θα πρέπει να γίνει δεν αποτελεί στιγματισμό του παιδιού, αλλά κατανόηση των δυσκολιών του ή των δυνατοτήτων του. Αν εμείς οι ίδιοι δεν το αντιμετωπίσουμε ως «ταμπέλα», αλλά ως ένα επιπλέον στοιχείο της μοναδικότητας του παιδιού, για το οποίο χρειάζεται υποστήριξη, τότε και το ίδιο το παιδί δεν θα νιώθει στιγματισμένο.

Συνεργασία οικογένειας - σχολείου

Ένας τρόπος να διαχειριστεί η οικογένεια τις δυσκολίες προσαρμογής του παιδιού, που έχουν αναφερθεί παραπάνω, αλλά και να τις προλάβει είναι η συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς. Οι εκπαιδευτικοί είναι οι άνθρωποι πέραν των γονέων που μπορεί να βρίσκονται στο πρώτο μέτωπο για την αναγνώριση των δυσκολιών των παιδιών. Οι πολλές ώρες αλληλεπίδρασης μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητών, καθιστούν τον εκπαιδευτικό έναν από τους κύριους αρωγούς στη διαχείριση των προβλημάτων του μαθητή. Ωστόσο, συχνά οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί παραβλέπουν τις πρώιμες ενδείξεις των δυσκολιών που εμφανίζουν τα παιδιά, με αποτέλεσμα αυτές να γίνονται τροχοπέδη στην ομαλή προσαρμογή και ανάπτυξη.

Προτάσεις για την καλή και αποτελεσματική συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς:

  • Κάνουμε συχνές συναντήσεις με τους εκπαιδευτικούς και όχι μόνο μια φορά στο τρίμηνο/τετράμηνο κατά την παραλαβή των βαθμών. Πριν τις συναντήσεις μπορούμε να ενημερωνόμαστε για τις ώρες συνεργασίας των εκπαιδευτικών, με στόχο να δοθεί χρόνος στο μεταξύ μας διάλογο.
  • Στη συνάντησή μας με τους εκπαιδευτικούς, ρωτάμε τόσο για τις ακαδημαϊκές επιδόσεις του παιδιού όσο και για την ψυχοκοινωνική του προσαρμογή. Ρωτάμε όλες τις ειδικότητες. Ιδιαίτερα στο Δημοτικό, πηγή πληροφοριών για το παιδί αποτελούν και εκπαιδευτικοί ειδικοτήτων όπως Εικαστικά, Αγγλικά, Θεατρική Αγωγή, Φυσική Αγωγή καθώς μπορεί να έχουν διακρίνει κάτι σχετικό με την ψυχοκοινωνική προσαρμογή του παιδιού και τις σχέσεις με τους συνομηλίκους.
  • Μπορούμε, επίσης, να ρωτήσουμε με ευγενικό τρόπο πώς σκέφτεται να κινηθεί ο ίδιος ο εκπαιδευτικός στην τάξη, τι προβλέπει το σχολείο για την αντιμετώπιση δυσκολιών και πώς πιστεύει ότι θα μπορούσε να προωθήσει τη σχέση του με το παιδί ή να του παρέχει κίνητρο για το σχολείο.
  • Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, θυμόμαστε ότι οι πληροφορίες που δίνει ο εκπαιδευτικός δεν αποτελούν επίθεση στις μεθόδους ανατροφής του παιδιού ή στην ικανότητα μας ως γονείς, αλλά φωτίζουν μια περιοχή στη ζωή του παιδιού που δεν μπορούμε να γνωρίζουμε.
  • Σε περίπτωση χαμηλών ακαδημαϊκών επιδόσεων, συζητάμε με τον εκπαιδευτικό τρόπους ενίσχυσης των δυνατοτήτων του παιδιού και φτιάχνουμε από κοινού ένα πλάνο μελέτης.
  • Σε περίπτωση που ένας εκπαιδευτικός δεν είναι συνεργάσιμος και δημιουργείται πρόβλημα επικοινωνίας, αναζητούμε βοήθεια από τη διεύθυνση του σχολείου (μόνο σε περιπτώσεις που έχουν γίνει προσπάθειες συνεργασίας χωρίς τη δική μας επικριτική στάση απέναντι σε μεθόδους διδασκαλίας του εκάστοτε εκπαιδευτικού).
  • Η άρνηση του προβλήματος δεν οδηγεί στην εξαφάνιση του, αλλά μπορεί να οδηγήσει στη διόγκωσή του. Σε περίπτωση που ο εκπαιδευτικός μάς παραπέμψει να αναζητήσουμε βοήθεια ειδικού ψυχικής υγείας (για κάποια μαθησιακή ή ψυχοσυναισθηματική δυσκολία του παιδιού), διερευνούμε τον λόγο της παραπομπής, παρατηρούμε το παιδί, εξετάζουμε πιθανές συμπεριφορές και αναζητούμε οι ίδιοι συμβουλευτική υποστήριξη για την αντιμετώπιση των δυσκολιών που αντιμετωπίζει το παιδί. Η συνάντηση με έναν ψυχολόγο δεν σηματοδοτεί ότι το παιδί πάσχει από μια ψυχική διαταραχή, αλλά ότι χρειάζεται τόσο το ίδιο όσο και εμείς ως γονείς, υποστήριξη και βοήθεια σε ζητήματα που το απασχολούν. Η φροντίδα της ψυχικής υγείας δεν γίνεται μονάχα όταν αντιμετωπίζουμε σοβαρά ζητήματα, αλλά αποτελεί εργαλείο πρόληψης και προετοιμασίας για καλύτερη αντιμετώπιση των δυσκολιών που θα επέλθουν στο μέλλον, ιδιαίτερα όταν ως γονείς αισθανόμαστε αβοήθητοι.

Εν κατακλείδι, δεδομένου του ότι η ζωή είναι γεμάτη αλλαγές, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι κάθε παιδί τις διαχειρίζεται με τον δικό του τρόπο. Για την καλύτερη προσαρμογή όλων των μελών της οικογένειας, είναι υψίστης σημασίας να χτίσουμε σχέση εμπιστοσύνης με το παιδί, να το ακούμε και να αντιμετωπίζουμε τους εκπαιδευτικούς ως συνεργάτες. Επίσης, θα πρέπει να θυμόμαστε ότι η αναζήτηση βοήθειας και υποστήριξης από ειδικούς ψυχικής υγείας, σε περίπτωση που χρειάζεται, δεν είναι σημάδι αδυναμίας, αλλά συστατικό στοιχείο της καλύτερης προσαρμογής στην αλλαγή.

Για τη δημιουργία του παρόντος αξιοποιήθηκαν περισσότερες από 20 επιστημονικές πηγές οι σημαντικότερες εκ των οποίων είναι Αμερικάνικη Ψυχολογική Εταιρεία, Ελληνική Εταιρεία Μελέτης ΔΕΠΥ, Πανελλήνιο Σωματείο Ατόμων με Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), Mayo Clinic, Internet Matters Organization, Anna Freud National Centre for Children and Families, American Family Physician, Reid Health Organization, Harvard University, Verywell Family και άλλα Επιστημονικά Περιοδικά Ψυχολογίας.

Web Content Viewer

Portlet Content

Από το blog μας

Web Content Viewer

Portlet Content
Complementary Content
${loading}