Όλοι μας βρισκόμαστε αντιμέτωποι με πρωτόγνωρες καταστάσεις. Ο νέος κορωνοϊός, για τον οποίο δεν υπάρχει προς το παρόν εμβόλιο ή θεραπεία, αποτελεί μείζον ζήτημα δημόσιας υγείας. Για την προστασία από την περαιτέρω μετάδοσή του έχουν ληφθεί αυστηρά μέτρα κοινωνικού περιορισμού. Έχουν κλείσει σχολεία, ακαδημαϊκά ιδρύματα και εμπορικά καταστήματα, έχει εφαρμοστεί η τήλε-εργασία (όπου καθίσταται δυνατό), έχει γίνει σημαντικός περιορισμός μετακινήσεων, ενώ από τις 23 Μαρτίου απαγορεύτηκε πλέον και η κυκλοφορία στη χώρα μας.
Για τους παραπάνω λόγους, και για να είμαστε σε θέση να στηρίξουμε καλύτερα τα παιδιά μας, είναι σημαντικό ως γονείς, να αναγνωρίσουμε στον εαυτό μας ότι βιώνουμε και οι ίδιοι ένα σοβαρό στρεσογόνο γεγονός, που είναι απολύτως φυσιολογικό να επιφέρει αρνητικές συναισθηματικές αντιδράσεις (φόβο, θλίψη, άγχος, δυσφορία κ.ά.). Θα πρέπει να κατανοήσουμε αυτά τα αρνητικά συναισθήματα και παράλληλα να δώσουμε χρόνο στον εαυτό μας ώστε να δούμε τις δυνατότητες μας να ανταπεξέλθουμε στη δύσκολη κατάσταση. Ωστόσο είναι σημαντικό να μην επιβαρύνουμε τα παιδιά μας με αυτό και να μοιραζόμαστε μαζί τους μόνο τις απαραίτητες πληροφορίες. Για την δική μας στήριξη είναι σημαντικό να μην κλεινόμαστε στον εαυτό μας, αλλά να συζητάμε για τα συναισθήματά μας με τα κοντινά μας άτομα (σύντροφο, φίλους, συγγενείς), δηλαδή με το δικό μας υποστηρικτικό δίκτυο.
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε, ότι σε αυτήν την κρίσιμη για όλους μας περίοδο, τα παιδιά όπως και οι ενήλικες, έρχονται σε επαφή με μεγάλο όγκο πληροφοριών, και είναι σε θέση να αντιληφθούν τη σοβαρότητα της κατάστασης. Επηρεάζονται, όμως, σε σημαντικό βαθμό από τον τρόπο που συμπεριφέρονται οι υπόλοιποι γύρω τους, και κυρίως οι γονείς. Αν οι γονείς διαχειρίζονται τον νέο κορωνοϊό με ψυχραιμία και σιγουριά, θα είναι σε θέση να παρέχουν και καλύτερη υποστήριξη στα παιδιά τους.
Η έγκυρη πληροφόρηση και η γνώση για το πώς να διαχειριστούμε μια τέτοια κατάσταση αποτελούν τα πρώτα βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση. Για τον λόγο αυτό, είναι σημαντικό να ενημερωνόμαστε από έγκυρες πηγές, όπως ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων.
Θα πρέπει επίσης να έχουμε στο μυαλό μας ότι κάθε παιδί, όπως και κάθε άνθρωπος γενικότερα, αντιδρά και διαχειρίζεται με διαφορετικό τρόπο το στρες. Κάποια παιδιά αντιδρούν άμεσα, ενώ άλλα εμφανίζουν σημάδια δυσφορίας σε μεταγενέστερο χρόνο. Το πώς αντιδρά κάθε παιδί ή έφηβος σε μια κατάσταση κρίσης διαφέρει ανάλογα με την ηλικία, τις προηγούμενες εμπειρίες και τους μηχανισμούς διαχείρισης στρες που ήδη διαθέτει.
Στο κείμενο που ακολουθεί, που αποτελεί μια πρωτοβουλία της Interamerican και του Ινστιτούτου Prolepsis, παρέχονται χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με τη συμπεριφορά των παιδιών ανά ηλικία, αλλά και πρακτικές συμβουλές διαχείρισής τους.
🧒 Παιδιά έως 2 ετών
Τα παιδιά σε αυτήν την ηλικία ενδέχεται να κλαίνε πιο συχνά από το συνηθισμένο και να αποζητούν περισσότερη προσοχή και φροντίδα απ’ ότι συνήθως.
🧒 Παιδιά προσχολικής ηλικίας (3 έως 6 ετών)
Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας είναι πιθανό λόγω στρες, να επιστρέψουν σε προγενέστερες συμπεριφορές, όπως νυκτερινή ενούρηση, προσκόλληση στους γονείς, φόβος να μείνουν μόνα, διαταραχές στον ύπνο ή απώλεια όρεξης. Ας δούμε τι μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε τα παιδιά αυτής της ηλικίας να διαχειριστούν την κατάσταση.
🧒 Παιδιά ηλικίας 6-12 ετών
Σε μία τέτοια κατάσταση, τα παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας μπορεί να εκδηλώνουν θλίψη, θυμό, ευερεθιστότητα, προβλήματα στον ύπνο και στη διατροφή, εφιάλτες και προβλήματα συγκέντρωσης. Επίσης, μπορεί να εμφανίσουν και σωματικά συμπτώματα, όπως πονοκέφαλο ή πόνο στο στομάχι, ως αντίδραση στο στρες.
🧒 Έφηβοι ηλικίας 12-18 ετών
Οι έφηβοι, όπως και οι υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες παιδιών, μπορεί να εμφανίσουν τις συνήθεις αντιδράσεις, όπως σωματικοί πόνοι, ευερεθιστότητα, διαταραχές στη διατροφή και τον ύπνο. Ωστόσο, μπορεί να επιδεικνύουν παράλληλα μια συμπεριφορά απάθειας, αγνοώντας συμπεριφορές προαγωγής υγείας και κανόνες υγιεινής ή υιοθετώντας συμπεριφορές υψηλού κινδύνου, όπως κατανάλωση αλκοόλ ή άλλων ουσιών.
Για κάθε παιδί και για κάθε ηλικία, η κατανόηση, η ενσυναίσθηση και το αίσθημα ασφάλειας είναι τα κύρια εργαλεία που χρειάζεται να υιοθετήσουν οι γονείς. Το σημαντικότερο είναι να καταλάβει το παιδί γιατί χρειάζεται να κάνει αυτό που του ζητάμε. Και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της συζήτησης και των απαντήσεων σε τυχόν απορίες. Ας δώσουμε χρόνο και χώρο στα παιδιά να εκφραστούν, καθώς και τη φροντίδα και την αγάπη μας.
Ο περιορισμός της έκθεσής σε συνεχείς πληροφορίες και εικόνες από τα ΜΜΕ αποτελούν βασική προϋπόθεση για τη διατήρηση της ψυχικής ευεξίας, όχι μόνο των παιδιών αλλά και των ίδιων των γονιών. Ο κάθε γονέας ξέρει καλύτερα από κάθε άλλον το παιδί του και τις ανάγκες του. Οι υγιείς σχέσεις που χτίζουμε με τα παιδιά μας αποτελούν σημαντικό εφόδιο, όχι μόνο για τη διαχείριση της κρίσης στην περίπτωση του νέου κορωνοϊού και αφού αυτή περάσει, αλλά και για τη διαχείριση μελλοντικών κρίσεων στην οικογένεια.
Τέλος, είναι μια καλή ευκαιρία για εμάς τους γονείς να αναρωτηθούμε τι θέλουμε το παιδί μας να μάθει μέσα από αυτήν την κρίση δημόσιας υγείας. Το βασικότερο που έχει προκύψει μέχρι στιγμής, είναι η ατομική ευθύνη και δράση και πόσο σημαντικό ρόλο μπορεί να διαδραματίσει ο καθένας μας στην αντιμετώπιση της δύσκολης αυτής κατάστασης. Η συλλογική ευθύνη, η συλλογική δράση, ο αλτρουισμός και η αλληλοβοήθεια αποτελούν επίσης συμπεριφορές και ιδανικά που καλούμαστε να επιδείξουμε και μπορούν να δώσουν λύσεις και απαντήσεις σε περιπτώσεις κρίσεων. Αυτά είναι εξαιρετικά σημαντικά μηνύματα για όλους μας και πρέπει να τα υπενθυμίζουμε οι ίδιοι στον εαυτό μας αλλά και στα παιδιά μας.
Σε περίπτωση που χρειάζεστε επιπλέον βοήθεια ή ψυχολογική υποστήριξη, μπορείτε να απευθυνθείτε στις γραμμές συμβουλευτικής και ψυχολογικής υποστήριξης για ενήλικες για τον κορωνοϊό.
Την ανάπτυξη του παρόντος κειμένου ανέλαβε η επιστημονική ομάδα του Ινστιτούτου Prolepsis.
Για τη δημιουργία του παρόντος χρησιμοποιήθηκαν οι εξής πηγές:
Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (https://www.who.int/); Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (https://www.cdc.gov/); Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Harvard (https://www.hsph.harvard.edu/); National Child Traumatic Stress Network (https://www.nctsn.org/).